Η ιστορία του εστιατορίου Ακταίον
100 χρόνια γαστρονομικής παράδοσης
Στη Σαντορίνη των αρχών του 20ου αιώνα, των αμπελιών, των ορυχείων και της ακατέργαστης ομορφιάς… Γυρνώντας το χρόνο 96 χρόνια πίσω στη Σαντορίνη του 1922 ο Λευτέρης Ρούσσος αποφασίζει να ενοικιάσει το χώρο που βρίσκεται μέχρι και σήμερα το Ακταίον, με αντίτιμο μάλιστα μία σκούπα. Κάθε απόγευμα οι γεωργοί και εργάτες των ορυχείων έχοντας πάρει το δρόμο της επιστροφής για τα σπίτια τους κάνουν μια στάση για κρασάκι και λιχουδιές στο Ακταίον. Το κέφι δεν αργεί να ανάψει και οι επισκέπτες του Ακταίον δε γυρνούν καν στα σπίτια τους με αποτέλεσμα οι γυναίκες τους να τους ψάχνουν. Στην κουζίνα του Ακταίον βρίσκεται η σύζυγος του Λευτέρη, η κυρία Ειρήνη. Τα χρόνια μπορεί να είναι δύσκολα αλλά η αγάπη και η αγνότητα περισσεύουν και στην αυλή και τον εσωτερικό χώρο του Ακταίον βιώνονται με τον καλύτερο τρόπο. Τις δεκαετίες του '50 μέχρι του '70 με τα αυθόρμητα γλέντια και την πρώτη «ανακάλυψη» της καλντέρας… Για να περάσει το 1948 στο γιο του Λευτέρη, Γιώργο και τη σύζυγο του Αργυρώ, που έγραψαν τη δική τους ιστορία, κρατώντας το γευστικό αλλά και αρχιτεκτονικό χαρακτήρα του Ακταίον αναλλοίωτο στις δεκαετίες που ανέλαβαν να περιποιηθούν τους ανθρώπους του νησιού αλλά και τους πρώτους επισκέπτες του, που άρχισαν να καταφθάνουν για να ανακαλύψουν το μαγικό σκηνικό της καλντέρας. Ερχόμαστε στη σύγχρονη Σαντορίνη με τους επισκέπτες απ' όλο τον κόσμο και την αποθέωση της ομορφιάς… Κάπου στα μισά της δεκαετίας του '80 και συγκεκριμένα το 1984 το Ακταίον περνάει στη τρίτη γενιά της οικογένειας Ρούσσου και τον Βαγγέλη Ρούσσο. Μια αγάπη που προέκυψε σταδιακά, όπως παραδέχεται ο ίδιος και που κρατάει μέχρι σήμερα. Ο Βαγγέλης Ρούσσος συνεχίζει το έργο του παππού του σ' ένα χώρο που άλλαξε ελάχιστα με μόνη προσθήκη τις ζωγραφικές και ξυλόγλυπτες δημιουργίες του, ετοιμάζοντας για τους πολυάριθμους πλέον επισκέπτες του νησιού τις μοναδικές σαντορινιές γεύσεις και προσφέροντας πραγματική νησιώτικη φιλοξενία.